- ευγονιστής
- ο сторонник евгеники
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ευγονιστής — ο, θηλ. ευγονίστρια αυτός που αποδέχεται τις αρχές τού ευγονισμού και εργάζεται για τη διάδοσή τους. [ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. eugenist < ελλ. ευγενής)] … Dictionary of Greek